Του ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΑΚΟΥΣΗ
(σε αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Το Βήμα», 3/2/2010)
Στα χρόνια της δραχμής, όταν το εθνικό μας νόμισμα δεχόταν κερδοσκοπικές επιθέσεις, η Τράπεζα της Ελλάδος, η κεντρική μας τράπεζα, σήκωνε το βάρος της απόκρουσης των πιέσεων.
Οργάνωνε την άμυνα, συγκέντρωνε τις δυνάμεις, περιόριζε τη ρευστότητα, αύξανε τα διατραπεζικά επιτόκια, γενικώς λάμβανε μέτρα και αντιδρούσε στον κύκλο των εγχώριων και διεθνών κερδοσκόπων.
Ουσιαστικά δημιουργούσε περιβάλλον κινδύνου και κόστους για την άσκηση του κερδοσκοπικού παιγνίου.
Oι παλαιότεροι θυμούνται ότι δεν ήταν λίγες οι φορές κατά τις οποίες οι κερδοσκόποι ζεματίστηκαν- «κάηκαν τα δάχτυλά τους», κατά την επαγγελματική έκφραση της εποχής- επιτιθέμενοι στη δραχμή.
Στην εποχή του ευρώ νιώθει ο καθείς ότι δεν υπάρχει αντίπαλος απέναντι στην κερδοσκοπία.
Στην προκειμένη περίπτωση, οι «λύκοι» των διεθνών αγορών πωλούν μαζικά ελληνικούς τίτλους που δεν κατέχουν και διαμορφώνουν συστηματικά συνθήκες επαχθέστερου δανεισμού για τη χώρα μας, χωρίς κανείς να ορθώνει έστω υποτυπώδη αντίσταση απέναντί τους.
Η κεντρική μας τράπεζα, η δική μας Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν αντιδρά, έχει προ πολλού απεμπολήσει τον ρόλο του «δανειστή της τελευταίας ανάγκης», που αποτελεί βασική λειτουργία μιας κεντρικής τράπεζας, και- το χειρότερο- εμπιστεύεται περισσότερο τους οίκους αξιολόγησης παρά τις κυβερνήσεις που τη στηρίζουν.
Εχει φθάσει στο σημείο να ετεροκαθορίζεται από τους οίκους αξολόγησης και να εξαρτά τη στάση της απέναντι στους τίτλους των χωρών από εκθέσεις αμφίβολης ποιότητας και από οργανισμούς που αποδεδειγμένα κρύβουν σκοπούς και επιδιώξεις.
Ουσιαστικά αρνείται να αντιμετωπίσει την κερδοσκοπία, για να μην πούμε ότι τη διευκολύνει με τη διάχυση των πληροφοριών, την οποία όλοι αντιλαμβάνονται, αλλά κανένας δεν στηλιτεύει.
Κάπως έτσι οι κερδοσκόποι αισθάνονται ασφαλείς, ανεξέλεγκτοι και επίμονοι στο παίγνιό τους. Χθες, για παράδειγμα, αγνόησαν τις ελληνικές προσπάθειες και αποφάσεις, σχεδόν δεν αποτίμησαν τα πρόσθετα μέτρα και είναι έτοιμοι να αμφισβητήσουν ξανά τους ελληνικούς τίτλους, ωσάν τίποτε να μη συνέβη.
Είναι αυτή απαράδεκτη κατάσταση. Προσβάλλει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συνολικά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η πολιτική Ευρώπη δεν μπορεί να μένει απαθής σε τέτοιες αγκυλώσεις και στρεβλώσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ, ούτε να συμβιβάζεται με φαινόμενα κερδοσκοπίας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου