Η εκτός ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή ανέδειξε τις διαφωνίες, που είχε ήδη αναδείξει ο διάχυτος δημόσιος διάλογος. Το νομοσχέδιο διαφέρει κάπως από το κείμενο της νομοθετικής πρωτοβουλίας, που είχε τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Είναι αλήθεια ότι ο υπουργός Εσωτερικών έκλεισε ορισμένες επικίνδυνες «τρύπες», αλλά διατήρησε ανέπαφη την αρχική φιλοσοφία.
Το θεώρημα του πρωθυπουργού είναι ότι η παραχώρηση ιθαγένειας επιφέρει την ενσωμάτωση των μεταναστών. Τα γεγονότα το έχουν σε μεγάλο βαθμό διαψεύσει. Αυτό δεν εμποδίζει την κυβέρνηση να νομοθετεί με στόχο την «πολυπολιτισμική κοινωνία», υπό την επήρεια του ιδεολογήματος ότι το εθνικό κράτος είναι ξεπερασμένο και πρέπει να το ξεφορτωθούμε.
Ο Γ. Παπανδρέου δεν απάντησε σε τρία κρίσιμα ερωτήματα: Πρώτον, τι θα πράξει με το σχεδόν ένα εκατομμύριο παράνομους μετανάστες που ήδη βρίσκονται στην Ελλάδα. Δεύτερον, εάν πρέπει ή όχι να κάνουμε διάκριση των παράνομων μεταναστών με βάση την πολιτισμική συμβατότητά τους και τη δυνατότητά τους για αρμονική ενσωμάτωση. Τρίτον, πώς θα αναχαιτιστεί η συνεχιζόμενη παράνομη είσοδος νέων μεταναστών;
Αντί για απαντήσεις, ο πρωθυπουργός επιδόθηκε σε συναισθηματικές αναφορές. Ευτυχώς, αυτή τη φορά δεν επανέλαβε το άτοπο, πως η απόδοση ιθαγένειας είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Το γεγονός, όμως, ότι εμμέσως παρομοίασε τους παράνομους μετανάστες με τους Mικρασιάτες πρόσφυγες είναι ενδεικτικό, όχι τόσο σύγχυσης, όσο της ιδεολογικής εμμονής η Ελλάδα να θεωρείται χώρος και όχι χώρα. Αυτή είναι η αιτία, που από την ομιλία του ουσιαστικά απουσιάζει η κρίσιμης σημασίας διάκριση μεταξύ νόμιμου και παράνομου μετανάστη.
Είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού ότι η κυβέρνηση έχει την τάση «επίλυσης» του μεταναστευτικού προβλήματος με την παραχώρηση ιθαγένειας. Πρόκειται για τάση, που είναι συμβατή με την τρέχουσα πρακτική του ελληνικού κράτους να νομιμοποιεί εκ των υστέρων παράνομες καταστάσεις. Οι περίπου 700.000 νόμιμοι μετανάστες ήταν στη συντριπτική πλειονότητά τους παράνομοι, που νομιμοποιήθηκαν μαζικά σε τέσσερις δόσεις.
Η πείρα απέδειξε ότι κάθε νομιμοποίηση τροφοδότησε το επόμενο κύμα, ενισχύοντας την εντύπωση πως όποιος μπαίνει στην Ελλάδα παρανόμως δεν διώχνεται και κάποια στιγμή νομιμοποιείται. Αντί να δημιουργήσει αντικίνητρα για να συρρικνώσει τις ροές λαθρομετανάστευσης, η κυβέρνηση διευκολύνει την απόδοση ιθαγένειας, γεγονός που εκ των πραγμάτων θα λειτουργήσει ως κίνητρο για ενίσχυση των μεταναστευτικών ροών. Δεδομένου ότι η ανάσχεση της παράνομης εισόδου μεταναστών από τα θαλάσσια σύνορα με την Τουρκία είναι πρακτικά από δυσχερής έως αδύνατη, το βάρος πέφτει σε δράσεις: Πρώτον, να ασκηθεί εκ μέρους της Ε.Ε. ασφυκτική πίεση στην Αγκυρα να δέχεται πίσω όσους εισέρχονται παρανόμως στην Ελλάδα από την τουρκική επικράτεια. Δεύτερον, να οργανωθεί ένας μηχανισμός συνεχούς επαναπατρισμού παράνομων μεταναστών. Η αξία αυτού του μέτρου δεν είναι τόσο ο αριθμός όσο το αποτρεπτικό μήνυμα προς όσους θα ήθελαν να επιχειρήσουν την παράνομη είσοδο στην Ελλάδα.